Περιουσίες και κόποι μιας ολόκληρης ζωής που χάθηκαν με μια ζαριά. Οικογένειες και σχέσεις που δοκιμάστηκαν σκληρά και θυσιάστηκαν για χάρη του τυφλού και αθεράπευτου έρωτα για την κοκκινόμαυρη «θεά» ρουλέτα. Ονειρα και σχέδια για το μέλλον που ναυάγησαν μέσα σε ποτήρια γεμάτα αλκοόλ και ξελογιάστρες τράπουλες.
Τζόγος.
Για τους μυημένους του είδους μια λέξη σχεδόν μαγική, γεμάτη σασπένς, με ισχυρές δόσεις αδρεναλίνης, ατελείωτο πάθος για ρίσκο και μυθικά κέρδη. Για κάποιους άλλους όμως -που πλέον κοιτούν το φιλμ της ζωής τους με καθαρό μυαλό και μετανιώνουν πικρά για τις πράξεις τους- δεν είναι παρά μια λέξη-«μίασμα». Μια ισοπεδωτική εξάρτηση που κυρίευσε ολοκληρωτικά το μυαλό και την καρδιά τους οδηγώντας τους με ιλιγγιώδη ταχύτητα από το ζενίθ στο ναδίρ. Τα τελευταία χρόνια το ποσοστό εξάρτησης των εθισμένων στον τζόγο Ελλήνων έχει αυξηθεί δραματικά χάρη -κυρίως- στην ευρεία χρήση των διαδικτυακών καζίνων, που διευκολύνουν τους παίκτες επιτρέποντάς τους να ποντάρουν σε ηλεκτρονικές ρουλέτες και τσόχες ακόμη και από τον καναπέ του σπιτιού τους.
Θεραπεία
Γνωρίζοντας πως τα σοβαρά περιστατικά των εθισμένων στα τυχερά παιχνίδια δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν σε μια απλή κλινική και με σκοπό την πλήρη θεραπεία τους με επιστημονικά δομημένα προγράμματα, ο έμπειρος νευρολόγος-ψυχίατρος και διευθυντής της Ψυχιατρικής Κλινικής «Αγία Φωτεινή» Αθανάσιος Καλογερόπουλος (σύζυγος της ηθοποιού Ηρώς Μουκίου) σε συνεργασία με τον ψυχίατρο- ψυχοθεραπευτή CGP Δημήτρη Ξόμαλη δημιούργησαν το «Insight»: το πρώτο και μοναδικό στην Ελλάδα «κέντρο ψυχολογικής υποστήριξης για άτομα εξαρτημένα από το αλκοόλ και τον τζόγο».
Το επιβλητικό και υπερσύγχρονο κτίριο του κέντρου είναι 650 τ.μ., βρίσκεται στην περιοχή Φαλάνη, μόλις επτά χιλιόμετρα από το κέντρο της Λάρισας, και δεσπόζει μέσα σε καταπράσινο προαύλιο χώρο τεσσάρων περίπου στρεμμάτων.
Διακοσμημένο στα πρότυπα πολυτελούς ξενοδοχείου και εξοπλισμένο με δέκα δίκλινα δωμάτια, γυμναστήριο για fitness και yoga, πλήρως ενημερωμένη βιβλιοθήκη, καθώς και ειδικά διαμορφωμένες αίθουσες για τις συνεδρίες των «ασθενών», το «Insight», ξεκίνησε τη λειτουργία του στα μέσα Ιουλίου. Σήμερα φιλοξενεί δεκαπέντε «εθισμένους τζογαδόρους» που παρακολουθούν καθημερινά τα θεραπευτικά προγράμματα, διάρκειας ενός μήνα.
Η «Espresso» επισκέφτηκε το πρότυπο για τα ελληνικά δεδομένα κέντρο, κατέγραψε τις συγκλονιστικές ιστορίες ζωής δύο ασθενών και πήρε μια μικρή γεύση από τη δύναμη του αρρωστημένου πάθους για τον τζόγο, που μπορεί να οδηγήσει στην απόλυτη καταστροφή.
Αποτοξίνωση
Η ιδέα για τη δημιουργία ενός κέντρου απεξάρτησης που θα απευθύνεται αποκλειστικά σε άτομα εθισμένα στον τζόγο ανήκει στον νευρολόγο-ψυχίατρο Αθανάσιο Καλογερόπουλο.
Παρά το γεγονός πως σε όλες τις ανεπτυγμένες χώρες λειτουργούν παρόμοια κέντρα (στις Ηνωμένες Πολιτείες ξεπερνούν τα 2.500), στην Ελλάδα πρόκειται για το μοναδικό στο είδος του. Δεν είναι καθόλου τυχαίο πως έχει ήδη προσελκύσει το ενδιαφέρον δεκάδων φανατικών τζογαδόρων που επιθυμούν να παρακολουθήσουν τα προγράμματά του για να γλιτώσουν από το αυτοκαταστροφικό πάθος τους.
Σύμφωνα με τον κ. Καλογερόπουλο, «οι άνθρωποι που είναι εθισμένοι στα τυχερά παιχνίδια χρειάζονται ειδική μεταχείριση και ισχυρή ψυχολογική υποστήριξη. Τα προγράμματά μας ξεκινούν κάθε πρώτη του μήνα και διαρκούν τριάντα ή εξήντα μέρες. Για να ενταχθούν οι ενδιαφερόμενοι στις ομάδες, θα πρέπει πρώτα να περάσουν από συνέντευξη και φυσικά να πληρούν συγκεκριμένα κριτήρια επιλογής. Μέχρι στιγμής, όσοι έχουν έρθει βρίσκονταν σε κατάσταση απελπισίας και ζητούσαν απεγνωσμένα βοήθεια, αφού η οικογενειακή και οικονομική τους κατάσταση ήταν τραγική. Μάλιστα, κάποιοι είχαν αποκτήσει ακόμη και παραβατική συμπεριφορά προκειμένου να εξασφαλίσουν χρήματα για να παίξουν, ενώ άλλοι είχαν φτάσει στα πρόθυρα της αυτοκτονίας. Μιλάμε για ανθρώπους που βίωσαν την απόλυτη διάλυση».
Αναφορικά με το καθημερινό πρόγραμμα των ασθενών, αλλά και με τις πρακτικές αποτοξίνωσης από το πάθος του τζόγου, ο ψυχίατρος- ψυχοθεραπευτής CGP κ. Ξόμαλης μας λέει πως «όσοι μένουν εδώ ακολουθούν ένα δομημένο πρόγραμμα που μοιάζει με σχολείο και που ξεκινάει από τις εννέα το πρωί. Τις πρώτες μέρες επικεντρωνόμαστε στην αύξηση της κινητοποίησης των ασθενών, ώστε να σπάσει η όποια άρνηση και η μη αποδοχή του προβλήματος, αφού δεν είναι λίγοι εκείνοι που πιστεύουν πως δεν χρειάζονται θεραπεία επειδή έμειναν “καθαροί” για κάποιο χρονικό διάστημα. Οι ασθενείς πρέπει να καταλάβουν τι ήταν αυτό που τους οδήγησε σε αυτή την εξάρτηση, ενώ είναι πολύ βασικό να κατανοήσουν πως κόβοντας τον τζόγο ή το αλκοόλ -που αρκετές φορές πάνε “πακέτο”- στο τέλος θα βγουν κερδισμένοι».
Αυτοσκοπός
Σύμφωνα με τους δύο έμπειρους γιατρούς, το πρόβλημα γεννάται όταν ο παίκτης χάνει το μέτρο και «θολώνει» από την επιθυμία να ποντάρει όλο και πιο συχνά. Σε αυτή την περίπτωση εθίζεται και προσπαθεί να αυξάνει συνεχώς το ποσό που παίζει, με αποτέλεσμα το τζογάρισμα να γίνεται αυτοσκοπός και να παραμελούνται οι οικογενειακές, επαγγελματικές και οικονομικές υποχρεώσεις.
Ο κ. Καλογερόπουλος δηλώνει στην «Espresso» πως «η θεραπεία δεν έχει σχέση με φαρμακευτική αγωγή, αλλά με ψυχολογική υποστήριξη. Οποιος τελειώσει με επιτυχία το πρόγραμμα, έχει την ευθύνη να έρχεται εδώ μία φορά την εβδομάδα για ένα χρόνο, και μάλιστα μαζί με την οικογένειά του. Είναι το λεγόμενο “after care”, για το οποίο δεν υπάρχει καμία οικονομική επιβάρυνση. Ετσι, το άτομο “συντηρείται” και εμείς παρακολουθούμε την πορεία του».
Οσο για τους «πειρασμούς» που περιμένουν καρτερικά στον «έξω κόσμο», ο κ. Ξόμαλης δηλώνει ότι «οι ασθενείς παρακολουθούν και διδάσκονται τεχνικές για το πώς να ελέγχουν τη σκέψη τους, πώς να χαλαρώνουν εγκεφαλικά και σωματικά, αλλά και πού να απευθύνονται σε περίπτωση υποτροπής. Ουσιαστικά, υπάρχει ένα σύστημα συναγερμού και ελέγχου που τους βοηθάει να κινηθούν με τέτοιο τρόπο ώστε αν νιώσουν την ανάγκη για τζόγο, να μπορούν να συγκρατηθούν, να αναζητήσουν βοήθεια και να μην ξαναπέσουν».
Το κόστος για την ένταξη στα προγράμματα του «Insight» αγγίζει τα 5.000 ευρώ για ένα μήνα, ποσό που για τους εθισμένους τζογαδόρους θεωρείται μικρό, αφού τόσα χρήματα μπορεί να έχαναν ακόμη και σε μία βραδιά. Τις υπηρεσίες τους στο «Κέντρο ψυχολογικής και ιατρικής υποστήριξης για άτομα εξαρτημένα από το αλκοόλ και τον τζόγο» προσφέρουν τρεις ψυχολόγοι, ένας κοινωνικός λειτουργός, ένας γυμναστής, πέντε άτομα βοηθητικό προσωπικό και επτά εκπαιδευμένοι νοσηλευτές. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του κ. Καλογερόπουλου, το ποσοστό επιτυχίας αναμένεται να αγγίξει το 85%.
«Εχασα οικογένεια και περιουσία»
«Το πιο μεγάλο κίνητρο δεν είναι το κέρδος. Είναι το παιχνίδι από μόνο του. Είναι η αγωνία που νιώθεις όταν κάθεσαι στο τραπέζι και ακούς τον ήχο της μπίλιας. Πρόκειται για αρρώστια που δεν μπορείς να την ελέγξεις και ενώ βλέπεις ότι δεν σε πάει, ρίχνεις ό,τι έχεις και δεν έχεις μέχρι τελικής πτώσης. Παίζεις για να παίζεις, για να είσαι εκεί, γιατί απλά δεν γίνεται αλλιώς. Κανένα ποσό δεν σε ευχαριστεί. Είσαι πλέον άπληστος και το μόνο που θες είναι να βλέπεις το νούμερό σου».
Φορώντας μαύρα γυαλιά για να κρύψει τα βουρκωμένα μάτια του, ο 38χρονος Τάσος κάθεται σκεπτικός στο μπαλκόνι του «Insight» και μας εξιστορεί βήμα προς βήμα την καταστροφική πορεία στην οποία οδηγήθηκε από το αρρωστημένο πάθος του.
Παντρεμένος, πατέρας ενός παιδιού και ιδιοκτήτης ενός επιτυχημένου γυμναστηρίου στο κέντρο της Βέροιας, ο πρώην τζογαδόρος έχασε τα πάντα όταν πριν από δέκα χρόνια γνώρισε και ερωτεύτηκε κεραυνοβόλα την... ξελογιάστρα ρουλέτα.
«Η παρθενική μου επίσκεψη στο καζίνο της Θεσσαλονίκης ήταν το 1999, στα γενέθλια της γυναίκας μου. Το πρώτο νούμερο που έπαιξα -και που μέχρι πρότινος το θεωρούσα τυχερό- ήταν το 18 μαύρο. Τότε είχα κερδίσει 200.000 δραχμές. Δύο χρόνια αργότερα και μετά από αρκετές επισκέψεις άρχισα να πηγαίνω τακτικά και να αρπάζω λεφτά από το ταμείο της οικογένειας. Οι πρώτοι καβγάδες δεν άργησαν να έρθουν. Ομως, ήμουν αμετανόητος. Περίμενα να κοιμηθεί η γυναίκα μου και έφευγα σαν κλέφτης. Υπήρχαν βδομάδες που πήγαινα κάθε μέρα. Είχα χάσει τον έλεγχο και δεν με ενδιέφερε αν θα τσακωθώ στο σπίτι».
Σε ηλικία 34 ετών ο Τάσος απέκτησε ένα παιδί, προσπάθησε να «ηρεμήσει», αλλά μετά από δυο μόλις μήνες ξαναέπεσε στον τζόγο.
«Την πρώτη φορά που με παράτησε η γυναίκα μου ταρακουνήθηκα, αλλά όχι για πολύ. Μου έλειπε η ρουλέτα και τη σκεφτόμουν συνέχεια. Εχανα ακόμη και 1.500 ευρώ σε ένα βράδυ και ήμουν εκεί καθημερινά. Τρεις μήνες μετά η γυναίκα μου επέστρεψε. Με ανέχτηκε για άλλα δυο χρόνια και ύστερα πήρε το παιδί και ξαναέφυγε. Τότε καταστράφηκα. Μέσα σε ελάχιστες μέρες πούλησα το γυμναστήριο και άρχισα να παίζω επαγγελματικά. Εχασα τα πάντα, ακόμη και το αυτοκίνητό μου. Η σύζυγός μου επέστρεψε, προσπάθησε να με βοηθήσει, αλλά ήταν αργά. Πριν έξι μήνες έφυγε οριστικά και πλέον δεν έχουμε καμία επαφή. Δεν μπορώ να συγχωρήσω αυτό που έκανα στην οικογένειά μου. Αντεξαν τόσο πολλά, που πρέπει να ανταποδώσω και να σταθώ στο ύψος μου. Θέλω όταν γυρίσω, να είμαι αυτός που πρέπει. Βρίσκομαι σε καλό δρόμο και υπόσχομαι πως θα παλέψω με νύχια και με δόντια πρώτα γι’ αυτούς και μετά για μένα. Ο τζόγος είναι ένα τεράστιο πάθος και στο πάθος υπάρχει πάντα το λάθος».
«Εφτασα στην κορυφή και τα διέλυσα όλα»
«Σε αυτό το πάθος, το χρήμα δεν σημαίνει απολύτως τίποτα. Είναι απλά το μέσο για να ικανοποιήσεις την ανάγκη σου. Προσωπικά, δεν μου έκανε αίσθηση όταν έχανα. Ηθελα μόνο να παίζω. Εχω δει φίλους να χάνουν ασύλληπτα ποσά, να φτάνουν στα πρόθυρα της αυτοκτονίας και να καταλήγουν στη φυλακή. Από αυτό το ισοπεδωτικό πάθος διέλυσα όλη μου τη ζωή».
Η συγκλονιστική ιστορία του 54χρονου Ορέστη από τη Θεσσαλονίκη θα μπορούσε κάλλιστα να αποτελέσει σενάριο κινηματογραφικής ταινίας. Επιτυχημένος έμπορος ρούχων και υπόδειγμα οικογενειάρχη, ο πρώην τζογαδόρος έβαλε τέλος στον κατήφορο όταν πλέον τα είχε χάσει όλα.
«Στο χώρο της ένδυσης με γνώριζε και με γνωρίζει όλη η Ελλάδα. Αντιπροσώπευα γνωστές μάρκες ρούχων, έκανα τεράστιους τζίρους και είχα φτάσει στην κορυφή. Επιπλέον, είχα μια εκπληκτική οικογένεια, που ευτυχώς σήμερα είναι ακόμη στο πλευρό μου. Ξεκίνησα να παίζω ζάρια σε καφενεία και πέρασα από όλα τα είδη τζόγου. Δεν πήγαινα σε καζίνο γιατί μου αρέσει να βλέπω το χρήμα μπροστά. Ημουν του γρήγορου παιχνιδιού, της πόκας και των ζαριών. Επαιζα τρία εκατομμύρια δραχμές σε μια ζαριά και τα έχανα σε ένα δευτερόλεπτο. Στα μέσα της δεκαετίας του ’80 κέρδιζα εξήντα εκατομμύρια το χρόνο και τα πενήντα τα έχανα στον τζόγο. Ημουν απόλυτα εξαρτημένος και έπαιζα τεράστια ποσά καθημερινά. Τότε μαζευόμασταν σε σπίτια κατόπιν ραντεβού. Σε ένα από αυτά κέρδισα 800.000 δραχμές και μόλις πήγα σπίτι, πήρα τα μισά και επέστρεψα για να ξαναπαίξω. Ηθελα απλά να είμαι εκεί».
Ο Ορέστης βρίσκεται ήδη ένα μήνα στο κέντρο απεξάρτησης, αλλά σκοπεύει να παραμείνει άλλο τόσο, προκειμένου να θεραπευτεί πλήρως.
Ο ίδιος μάς λέει πως «είναι αρρώστια που δεν περνάει μόνη της. Εφτασα στο σημείο να παίζω ακόμη και “φρουτάκια”, που θεωρείται απαράδεκτο για έναν παίκτη που έχει περάσει από πόκα και ζάρια. Στη Θεσσαλονίκη υπολογίζω ότι λειτουργούν πάνω από 250 παράνομα μαγαζιά με “φρουτάκια” όλο το 24ωρο. Πλέον, νιώθω τρομερά δυνατός και έτοιμος να ξανακερδίσω τη ζωή μου. Δεν με νοιάζει αν θα κάνω πάλι τα λεφτά που είχα. Θέλω πίσω τη ζωή μου».
ΠΗΓΗ
Τζόγος.
Για τους μυημένους του είδους μια λέξη σχεδόν μαγική, γεμάτη σασπένς, με ισχυρές δόσεις αδρεναλίνης, ατελείωτο πάθος για ρίσκο και μυθικά κέρδη. Για κάποιους άλλους όμως -που πλέον κοιτούν το φιλμ της ζωής τους με καθαρό μυαλό και μετανιώνουν πικρά για τις πράξεις τους- δεν είναι παρά μια λέξη-«μίασμα». Μια ισοπεδωτική εξάρτηση που κυρίευσε ολοκληρωτικά το μυαλό και την καρδιά τους οδηγώντας τους με ιλιγγιώδη ταχύτητα από το ζενίθ στο ναδίρ. Τα τελευταία χρόνια το ποσοστό εξάρτησης των εθισμένων στον τζόγο Ελλήνων έχει αυξηθεί δραματικά χάρη -κυρίως- στην ευρεία χρήση των διαδικτυακών καζίνων, που διευκολύνουν τους παίκτες επιτρέποντάς τους να ποντάρουν σε ηλεκτρονικές ρουλέτες και τσόχες ακόμη και από τον καναπέ του σπιτιού τους.
Θεραπεία
Γνωρίζοντας πως τα σοβαρά περιστατικά των εθισμένων στα τυχερά παιχνίδια δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν σε μια απλή κλινική και με σκοπό την πλήρη θεραπεία τους με επιστημονικά δομημένα προγράμματα, ο έμπειρος νευρολόγος-ψυχίατρος και διευθυντής της Ψυχιατρικής Κλινικής «Αγία Φωτεινή» Αθανάσιος Καλογερόπουλος (σύζυγος της ηθοποιού Ηρώς Μουκίου) σε συνεργασία με τον ψυχίατρο- ψυχοθεραπευτή CGP Δημήτρη Ξόμαλη δημιούργησαν το «Insight»: το πρώτο και μοναδικό στην Ελλάδα «κέντρο ψυχολογικής υποστήριξης για άτομα εξαρτημένα από το αλκοόλ και τον τζόγο».
Το επιβλητικό και υπερσύγχρονο κτίριο του κέντρου είναι 650 τ.μ., βρίσκεται στην περιοχή Φαλάνη, μόλις επτά χιλιόμετρα από το κέντρο της Λάρισας, και δεσπόζει μέσα σε καταπράσινο προαύλιο χώρο τεσσάρων περίπου στρεμμάτων.
Διακοσμημένο στα πρότυπα πολυτελούς ξενοδοχείου και εξοπλισμένο με δέκα δίκλινα δωμάτια, γυμναστήριο για fitness και yoga, πλήρως ενημερωμένη βιβλιοθήκη, καθώς και ειδικά διαμορφωμένες αίθουσες για τις συνεδρίες των «ασθενών», το «Insight», ξεκίνησε τη λειτουργία του στα μέσα Ιουλίου. Σήμερα φιλοξενεί δεκαπέντε «εθισμένους τζογαδόρους» που παρακολουθούν καθημερινά τα θεραπευτικά προγράμματα, διάρκειας ενός μήνα.
Η «Espresso» επισκέφτηκε το πρότυπο για τα ελληνικά δεδομένα κέντρο, κατέγραψε τις συγκλονιστικές ιστορίες ζωής δύο ασθενών και πήρε μια μικρή γεύση από τη δύναμη του αρρωστημένου πάθους για τον τζόγο, που μπορεί να οδηγήσει στην απόλυτη καταστροφή.
Αποτοξίνωση
Η ιδέα για τη δημιουργία ενός κέντρου απεξάρτησης που θα απευθύνεται αποκλειστικά σε άτομα εθισμένα στον τζόγο ανήκει στον νευρολόγο-ψυχίατρο Αθανάσιο Καλογερόπουλο.
Παρά το γεγονός πως σε όλες τις ανεπτυγμένες χώρες λειτουργούν παρόμοια κέντρα (στις Ηνωμένες Πολιτείες ξεπερνούν τα 2.500), στην Ελλάδα πρόκειται για το μοναδικό στο είδος του. Δεν είναι καθόλου τυχαίο πως έχει ήδη προσελκύσει το ενδιαφέρον δεκάδων φανατικών τζογαδόρων που επιθυμούν να παρακολουθήσουν τα προγράμματά του για να γλιτώσουν από το αυτοκαταστροφικό πάθος τους.
Σύμφωνα με τον κ. Καλογερόπουλο, «οι άνθρωποι που είναι εθισμένοι στα τυχερά παιχνίδια χρειάζονται ειδική μεταχείριση και ισχυρή ψυχολογική υποστήριξη. Τα προγράμματά μας ξεκινούν κάθε πρώτη του μήνα και διαρκούν τριάντα ή εξήντα μέρες. Για να ενταχθούν οι ενδιαφερόμενοι στις ομάδες, θα πρέπει πρώτα να περάσουν από συνέντευξη και φυσικά να πληρούν συγκεκριμένα κριτήρια επιλογής. Μέχρι στιγμής, όσοι έχουν έρθει βρίσκονταν σε κατάσταση απελπισίας και ζητούσαν απεγνωσμένα βοήθεια, αφού η οικογενειακή και οικονομική τους κατάσταση ήταν τραγική. Μάλιστα, κάποιοι είχαν αποκτήσει ακόμη και παραβατική συμπεριφορά προκειμένου να εξασφαλίσουν χρήματα για να παίξουν, ενώ άλλοι είχαν φτάσει στα πρόθυρα της αυτοκτονίας. Μιλάμε για ανθρώπους που βίωσαν την απόλυτη διάλυση».
Αναφορικά με το καθημερινό πρόγραμμα των ασθενών, αλλά και με τις πρακτικές αποτοξίνωσης από το πάθος του τζόγου, ο ψυχίατρος- ψυχοθεραπευτής CGP κ. Ξόμαλης μας λέει πως «όσοι μένουν εδώ ακολουθούν ένα δομημένο πρόγραμμα που μοιάζει με σχολείο και που ξεκινάει από τις εννέα το πρωί. Τις πρώτες μέρες επικεντρωνόμαστε στην αύξηση της κινητοποίησης των ασθενών, ώστε να σπάσει η όποια άρνηση και η μη αποδοχή του προβλήματος, αφού δεν είναι λίγοι εκείνοι που πιστεύουν πως δεν χρειάζονται θεραπεία επειδή έμειναν “καθαροί” για κάποιο χρονικό διάστημα. Οι ασθενείς πρέπει να καταλάβουν τι ήταν αυτό που τους οδήγησε σε αυτή την εξάρτηση, ενώ είναι πολύ βασικό να κατανοήσουν πως κόβοντας τον τζόγο ή το αλκοόλ -που αρκετές φορές πάνε “πακέτο”- στο τέλος θα βγουν κερδισμένοι».
Αυτοσκοπός
Σύμφωνα με τους δύο έμπειρους γιατρούς, το πρόβλημα γεννάται όταν ο παίκτης χάνει το μέτρο και «θολώνει» από την επιθυμία να ποντάρει όλο και πιο συχνά. Σε αυτή την περίπτωση εθίζεται και προσπαθεί να αυξάνει συνεχώς το ποσό που παίζει, με αποτέλεσμα το τζογάρισμα να γίνεται αυτοσκοπός και να παραμελούνται οι οικογενειακές, επαγγελματικές και οικονομικές υποχρεώσεις.
Ο κ. Καλογερόπουλος δηλώνει στην «Espresso» πως «η θεραπεία δεν έχει σχέση με φαρμακευτική αγωγή, αλλά με ψυχολογική υποστήριξη. Οποιος τελειώσει με επιτυχία το πρόγραμμα, έχει την ευθύνη να έρχεται εδώ μία φορά την εβδομάδα για ένα χρόνο, και μάλιστα μαζί με την οικογένειά του. Είναι το λεγόμενο “after care”, για το οποίο δεν υπάρχει καμία οικονομική επιβάρυνση. Ετσι, το άτομο “συντηρείται” και εμείς παρακολουθούμε την πορεία του».
Οσο για τους «πειρασμούς» που περιμένουν καρτερικά στον «έξω κόσμο», ο κ. Ξόμαλης δηλώνει ότι «οι ασθενείς παρακολουθούν και διδάσκονται τεχνικές για το πώς να ελέγχουν τη σκέψη τους, πώς να χαλαρώνουν εγκεφαλικά και σωματικά, αλλά και πού να απευθύνονται σε περίπτωση υποτροπής. Ουσιαστικά, υπάρχει ένα σύστημα συναγερμού και ελέγχου που τους βοηθάει να κινηθούν με τέτοιο τρόπο ώστε αν νιώσουν την ανάγκη για τζόγο, να μπορούν να συγκρατηθούν, να αναζητήσουν βοήθεια και να μην ξαναπέσουν».
Το κόστος για την ένταξη στα προγράμματα του «Insight» αγγίζει τα 5.000 ευρώ για ένα μήνα, ποσό που για τους εθισμένους τζογαδόρους θεωρείται μικρό, αφού τόσα χρήματα μπορεί να έχαναν ακόμη και σε μία βραδιά. Τις υπηρεσίες τους στο «Κέντρο ψυχολογικής και ιατρικής υποστήριξης για άτομα εξαρτημένα από το αλκοόλ και τον τζόγο» προσφέρουν τρεις ψυχολόγοι, ένας κοινωνικός λειτουργός, ένας γυμναστής, πέντε άτομα βοηθητικό προσωπικό και επτά εκπαιδευμένοι νοσηλευτές. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του κ. Καλογερόπουλου, το ποσοστό επιτυχίας αναμένεται να αγγίξει το 85%.
«Εχασα οικογένεια και περιουσία»
«Το πιο μεγάλο κίνητρο δεν είναι το κέρδος. Είναι το παιχνίδι από μόνο του. Είναι η αγωνία που νιώθεις όταν κάθεσαι στο τραπέζι και ακούς τον ήχο της μπίλιας. Πρόκειται για αρρώστια που δεν μπορείς να την ελέγξεις και ενώ βλέπεις ότι δεν σε πάει, ρίχνεις ό,τι έχεις και δεν έχεις μέχρι τελικής πτώσης. Παίζεις για να παίζεις, για να είσαι εκεί, γιατί απλά δεν γίνεται αλλιώς. Κανένα ποσό δεν σε ευχαριστεί. Είσαι πλέον άπληστος και το μόνο που θες είναι να βλέπεις το νούμερό σου».
Φορώντας μαύρα γυαλιά για να κρύψει τα βουρκωμένα μάτια του, ο 38χρονος Τάσος κάθεται σκεπτικός στο μπαλκόνι του «Insight» και μας εξιστορεί βήμα προς βήμα την καταστροφική πορεία στην οποία οδηγήθηκε από το αρρωστημένο πάθος του.
Παντρεμένος, πατέρας ενός παιδιού και ιδιοκτήτης ενός επιτυχημένου γυμναστηρίου στο κέντρο της Βέροιας, ο πρώην τζογαδόρος έχασε τα πάντα όταν πριν από δέκα χρόνια γνώρισε και ερωτεύτηκε κεραυνοβόλα την... ξελογιάστρα ρουλέτα.
«Η παρθενική μου επίσκεψη στο καζίνο της Θεσσαλονίκης ήταν το 1999, στα γενέθλια της γυναίκας μου. Το πρώτο νούμερο που έπαιξα -και που μέχρι πρότινος το θεωρούσα τυχερό- ήταν το 18 μαύρο. Τότε είχα κερδίσει 200.000 δραχμές. Δύο χρόνια αργότερα και μετά από αρκετές επισκέψεις άρχισα να πηγαίνω τακτικά και να αρπάζω λεφτά από το ταμείο της οικογένειας. Οι πρώτοι καβγάδες δεν άργησαν να έρθουν. Ομως, ήμουν αμετανόητος. Περίμενα να κοιμηθεί η γυναίκα μου και έφευγα σαν κλέφτης. Υπήρχαν βδομάδες που πήγαινα κάθε μέρα. Είχα χάσει τον έλεγχο και δεν με ενδιέφερε αν θα τσακωθώ στο σπίτι».
Σε ηλικία 34 ετών ο Τάσος απέκτησε ένα παιδί, προσπάθησε να «ηρεμήσει», αλλά μετά από δυο μόλις μήνες ξαναέπεσε στον τζόγο.
«Την πρώτη φορά που με παράτησε η γυναίκα μου ταρακουνήθηκα, αλλά όχι για πολύ. Μου έλειπε η ρουλέτα και τη σκεφτόμουν συνέχεια. Εχανα ακόμη και 1.500 ευρώ σε ένα βράδυ και ήμουν εκεί καθημερινά. Τρεις μήνες μετά η γυναίκα μου επέστρεψε. Με ανέχτηκε για άλλα δυο χρόνια και ύστερα πήρε το παιδί και ξαναέφυγε. Τότε καταστράφηκα. Μέσα σε ελάχιστες μέρες πούλησα το γυμναστήριο και άρχισα να παίζω επαγγελματικά. Εχασα τα πάντα, ακόμη και το αυτοκίνητό μου. Η σύζυγός μου επέστρεψε, προσπάθησε να με βοηθήσει, αλλά ήταν αργά. Πριν έξι μήνες έφυγε οριστικά και πλέον δεν έχουμε καμία επαφή. Δεν μπορώ να συγχωρήσω αυτό που έκανα στην οικογένειά μου. Αντεξαν τόσο πολλά, που πρέπει να ανταποδώσω και να σταθώ στο ύψος μου. Θέλω όταν γυρίσω, να είμαι αυτός που πρέπει. Βρίσκομαι σε καλό δρόμο και υπόσχομαι πως θα παλέψω με νύχια και με δόντια πρώτα γι’ αυτούς και μετά για μένα. Ο τζόγος είναι ένα τεράστιο πάθος και στο πάθος υπάρχει πάντα το λάθος».
«Εφτασα στην κορυφή και τα διέλυσα όλα»
«Σε αυτό το πάθος, το χρήμα δεν σημαίνει απολύτως τίποτα. Είναι απλά το μέσο για να ικανοποιήσεις την ανάγκη σου. Προσωπικά, δεν μου έκανε αίσθηση όταν έχανα. Ηθελα μόνο να παίζω. Εχω δει φίλους να χάνουν ασύλληπτα ποσά, να φτάνουν στα πρόθυρα της αυτοκτονίας και να καταλήγουν στη φυλακή. Από αυτό το ισοπεδωτικό πάθος διέλυσα όλη μου τη ζωή».
Η συγκλονιστική ιστορία του 54χρονου Ορέστη από τη Θεσσαλονίκη θα μπορούσε κάλλιστα να αποτελέσει σενάριο κινηματογραφικής ταινίας. Επιτυχημένος έμπορος ρούχων και υπόδειγμα οικογενειάρχη, ο πρώην τζογαδόρος έβαλε τέλος στον κατήφορο όταν πλέον τα είχε χάσει όλα.
«Στο χώρο της ένδυσης με γνώριζε και με γνωρίζει όλη η Ελλάδα. Αντιπροσώπευα γνωστές μάρκες ρούχων, έκανα τεράστιους τζίρους και είχα φτάσει στην κορυφή. Επιπλέον, είχα μια εκπληκτική οικογένεια, που ευτυχώς σήμερα είναι ακόμη στο πλευρό μου. Ξεκίνησα να παίζω ζάρια σε καφενεία και πέρασα από όλα τα είδη τζόγου. Δεν πήγαινα σε καζίνο γιατί μου αρέσει να βλέπω το χρήμα μπροστά. Ημουν του γρήγορου παιχνιδιού, της πόκας και των ζαριών. Επαιζα τρία εκατομμύρια δραχμές σε μια ζαριά και τα έχανα σε ένα δευτερόλεπτο. Στα μέσα της δεκαετίας του ’80 κέρδιζα εξήντα εκατομμύρια το χρόνο και τα πενήντα τα έχανα στον τζόγο. Ημουν απόλυτα εξαρτημένος και έπαιζα τεράστια ποσά καθημερινά. Τότε μαζευόμασταν σε σπίτια κατόπιν ραντεβού. Σε ένα από αυτά κέρδισα 800.000 δραχμές και μόλις πήγα σπίτι, πήρα τα μισά και επέστρεψα για να ξαναπαίξω. Ηθελα απλά να είμαι εκεί».
Ο Ορέστης βρίσκεται ήδη ένα μήνα στο κέντρο απεξάρτησης, αλλά σκοπεύει να παραμείνει άλλο τόσο, προκειμένου να θεραπευτεί πλήρως.
Ο ίδιος μάς λέει πως «είναι αρρώστια που δεν περνάει μόνη της. Εφτασα στο σημείο να παίζω ακόμη και “φρουτάκια”, που θεωρείται απαράδεκτο για έναν παίκτη που έχει περάσει από πόκα και ζάρια. Στη Θεσσαλονίκη υπολογίζω ότι λειτουργούν πάνω από 250 παράνομα μαγαζιά με “φρουτάκια” όλο το 24ωρο. Πλέον, νιώθω τρομερά δυνατός και έτοιμος να ξανακερδίσω τη ζωή μου. Δεν με νοιάζει αν θα κάνω πάλι τα λεφτά που είχα. Θέλω πίσω τη ζωή μου».
ΠΗΓΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου