Όλοι μας λίγο πολύ έχουμε ακούσει ιστορίες για άτομα που έχουν καταστραφεί οικονομικά και ηθικά από τον τζόγο. Ορισμένοι δεν διστάζουν να παίξουν σε μια παρτίδα πόκερ ολόκληρες περιουσίες τις οποίες απέκτησαν με πολύ κόπο και σκληρή δουλειά. Ενώ άλλοι καταφέρνουν να σταματήσουν τον παθολογικό τζόγο έγκαιρα, δυστυχώς δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις ατόμων που, μέσα στην απόγνωσή τους, έφτασαν ακόμη και στα πρόθυρα της αυτοκτονίας. Ποια είναι τα όρια μεταξύ μη παθολογικού και μη παθολογικού τζόγου; Σε τι οφείλεται; Πως μπορούν να βοηθηθούν οι παθολογικοί τζογαδόροι;
Ορισμός
Ως παθολογικός τζόγος ορίζεται η έντονη ανάγκη του ατόμου να παίζει τυχερά παιχνίδια (χαρτιά, φρουτάκια, στοίχημα) σε τέτοιο βαθμό που να δημιουργείται πρόβλημα στον προσωπικό ή επαγγελματικό τομέα. Το άτομο αρχίζει και έχει προβλήματα στις σχέσεις του με τους αγαπημένους του ανθρώπους, απομονώνεται κοινωνικά, αρχίζει και αντιμετωπίζει έντονα οικονομικά ή ακόμη και νομικά προβλήματα, αλλά παρόλα αυτά δεν μπορεί να σταματήσει τον τζόγο. Ο παθολογικός τζόγος είναι προφανώς ένα είδος συμπεριφορικού εθισμού, όπου το άτομο δεν μπορεί να σταματήσει μια συγκεκριμένη συμπεριφορά, καθώς αυτή τον κάνει να αισθάνεται όμορφα. Αξίζει να σημειωθεί ότι σε επίπεδο φυσιολογίας οι συμπεριφορικοί εθισμοί έχουν παρόμοιο τρόπο λειτουργίας με τον εθισμό σε ουσίες και σχετίζονται με τον κλασσικό μηχανισμό ερεθίσματος και ανταμοιβής[1] .
Το DSM-IV-TR ορίζει πως κάποιος πρέπει να έχει τουλάχιστον πέντε από τα ακόλουθα συμπτώματα ώστε να διαγνωσθεί με παθολογικό τζόγο:
Στατιστικά Στοιχεία
Υπολογίζεται πως περίπου ένα 4%-7% του πληθυσμού των δυτικών κοινωνιών με πρόσβαση στον τζόγο θα παρουσιάσει τουλάχιστον μια φορά στη ζωή του συμπτώματα παθολογικού τζόγου για ένα διάστημα μεγαλύτερο των 6 μηνών. Οι άντρες είναι δύο φορές πιο πιθανό σε σχέση με τις γυναίκες να γίνουν παθολογικοί τζογαδόροι. Τα δύο φύλα παρουσιάζουν και διαφορετικές μέσες ηλικίες έναρξης αυτής της συμπεριφοράς, με τους άνδρες να ξεκινάνε στην εφηβεία και τις γυναίκες μετά την ηλικία των 20 ετών.
Αιτιολογία
Τα αίτια του παθολογικού τζόγου δεν είναι συγκεκριμένα. Ορισμένες έρευνες έχουν δείξει σημαντικές διαφορές στον τρόπο λειτουργίας του εγκεφάλου των τζογαδόρων σε σχέση με τον υπόλοιπο πληθυσμό, κυρίως όσον αφορά τον μηχανισμό ανταμοιβής που αναφέραμε πιο πάνω. Συγκεκριμένα, οι τζογαδόροι παρουσιάζουν αυξημένη λειτουργία στο έσω ραβδωτό σώμα (ventral striatum) αλλά και στον πρόσθιο διάμεσο εγκέφαλο (anterior insula), περιοχές που σχετίζονται με τις παρορμήσεις όταν πιστεύουμε ότι κάνουμε κάτι για το οποίο θα ανταμειφθούμε, όπως συμβαίνει και στην περίπτωση του τζόγου. Βεβαίως οι διαφορές αυτές δεν σημαίνουν απαραίτητα πως υπάρχει κάποιο βιολογικό υπόβαθρό, καθώς η λειτουργία του εγκεφάλου μπορεί να επηρεάστηκε από την τζογαδόρικη συμπεριφορά και όχι το αντίστροφο. Γενικά είναι δύσκολο να βρεθούν σχέσεις αίτιου-αιτιατού μεταξύ μιας παθολογικής πράξης και της λειτουργίας του εγκεφάλου. Γι’ αυτό οι έρευνες γύρω από το βιολογικό υπόβαθρο του τζόγου άρχισαν να εστιάζονται στην έρευνα των γονιδίων, του πρωταρχικού γενετικού υλικού από το οποίο προερχόμαστε. Μια πρόσφατη έρευνα[2] έδειξε ότι στις περιπτώσεις ομοζυγωτικών διδύμων που χωρίστηκαν αμέσως μετά τη γέννα, όταν ο ένας δίδυμος παρουσιάζει παθολογικό τζόγο, τότε υπάρχει μια πιθανότητα 8% και ο άλλος δίδυμος να παρουσιάζει παρόμοια συμπεριφορά, σε αντίθεση με την πιθανότητα 2% σε σχέση με ένα τυχαίο δείγμα πληθυσμού.
Οι ψυχολογικοί παράγοντες πάντως φαίνεται πως παίζουν τον σημαντικότερο ρόλο στην ανάπτυξη του συγκεκριμένου εθισμού. Ένα μεγάλο δείγμα των παθολογικών τζογαδόρων δηλώνει ότι αυτό που τους είναι πιο σημαντικό είναι το αίσθημα ευφορίας και ενθουσιασμού κατά την διάρκεια ενός τυχερού παιχνιδιού και όχι τόσο το χρηματικό έπαθλο. Άλλοι πάλι -κυρίως οι γυναίκες- αυτό που βλέπουν στον τζόγο είναι μια διέξοδος από την κατάθλιψη. Πέραν των συναισθηματικών διαταραχών που μπορεί να οδηγήσουν στον τζόγο, δεν είναι λίγες και οι περιπτώσεις τζογαδόρων που παρουσιάζουν γνωστικού τύπου προβλήματα, όπως π.χ. ένα ποσοστό που πιστεύει ότι μπορεί να ελέγχει τα “φαινομενικά τυχαία γεγονότα” κατά τη διάρκεια ενός στοιχήματος. Τέλος, ο παθολογικός τζόγος τήνει να παρουσιάζεται σε άτομα που έχουν διαγνωσθεί με ψυχικές διαταραχές όπως η ιστριονική, η ναρκισιστική και η μεταιχμιακή διαταραχή προσωπικότητας[3] .
Αντιμετώπιση
Η αντιμετώπιση του παθολογικού τζόγου δεν διαφέρει ιδιαίτερα από τον τρόπο απεξάρητης από άλλες συμπεριφορές ή ουσίες. Οι ψυχοθεραπευτές έχουν μια γκάμα από διαφορετικές προσεγγίσεις που περιλαμβάνουν από γνωστικο-συμπεριφορικές θεραπείες και τεχνικές έως ψυχοδυναμικές προσεγγίσεις. Ακόμη και η συστημική ψυχοθεραπεία, στην οποία συμμετέχουν και άλλα μέλη της οικογένειας του τζογαδόρου, έχει μεγάλα ποσοστά επιτυχία. Όλες αυτές οι προσεγγίσεις έχουν ως σκοπό αρχικά να βοηθήσουν το άτομο να αποδεχτεί το πρόβλημά του και στην συνέχεια να το δει στις πραγματικές του διαστάσεις. Σταδιακά το άτομο εκπαιδεύεται να ελέγχει όλο και πιο αποτελεσματικά τις ορμές που νιώθει προς τον τζόγο.
Προς το παρόν δεν υπάρχουν συγκεκριμένες ψυχοφαρμακευτικές προσεγγίσεις απέναντι στον τζόγο. Τα φάρμακα που χορηγούνται σε ορισμένους τοζγαδόρους έχουν ως σκοπό κυρίως τη μείωση των συμπτωμάτων άλλων συνυπάρχουσων διαταραχών και ψυχοπαθολογικών συμπεριφορών.
ΠΗΓΗ
Ορισμός
Ως παθολογικός τζόγος ορίζεται η έντονη ανάγκη του ατόμου να παίζει τυχερά παιχνίδια (χαρτιά, φρουτάκια, στοίχημα) σε τέτοιο βαθμό που να δημιουργείται πρόβλημα στον προσωπικό ή επαγγελματικό τομέα. Το άτομο αρχίζει και έχει προβλήματα στις σχέσεις του με τους αγαπημένους του ανθρώπους, απομονώνεται κοινωνικά, αρχίζει και αντιμετωπίζει έντονα οικονομικά ή ακόμη και νομικά προβλήματα, αλλά παρόλα αυτά δεν μπορεί να σταματήσει τον τζόγο. Ο παθολογικός τζόγος είναι προφανώς ένα είδος συμπεριφορικού εθισμού, όπου το άτομο δεν μπορεί να σταματήσει μια συγκεκριμένη συμπεριφορά, καθώς αυτή τον κάνει να αισθάνεται όμορφα. Αξίζει να σημειωθεί ότι σε επίπεδο φυσιολογίας οι συμπεριφορικοί εθισμοί έχουν παρόμοιο τρόπο λειτουργίας με τον εθισμό σε ουσίες και σχετίζονται με τον κλασσικό μηχανισμό ερεθίσματος και ανταμοιβής[1] .
Το DSM-IV-TR ορίζει πως κάποιος πρέπει να έχει τουλάχιστον πέντε από τα ακόλουθα συμπτώματα ώστε να διαγνωσθεί με παθολογικό τζόγο:
- Το άτομο έχει συνεχόμενες σκέψεις γύρω από τυχερά παιχνίδια
- Το άτομο παίζει συνεχώς όλο και μεγαλύτερα χρηματικά ποσά σε τυχερά παιχνίδια
- Έχουν γίνει προσπάθειες διακοπής της συμπεριφοράς, αλλά ήταν ανεπιτυχείς
- Η συμπεριφορά του ατόμου αλλάζει δραστικά όταν προσπαθεί να διακόψει τον τζόγο (συναισθηματική ευαισθησία, μη λειτουργικότητα)
- Χρησιμοποιεί τον τζόγο για να αποφύγει άλλα προβλήματα που έχει στη ζωή του
- Συνεχίζει να παίζει τυχερά παιχνίδια με σκοπό να κερδίσει όσα έχασε παίζοντας
- Ψεύδεται για τον αριθμό των ωρών που ασχολείται με τον τζόγο ή για το μέγεθος των ποσών που παίζει
- Έχει προσπαθήσει να βρει λεφτά για να τζογάρει μέσω παράνομων ή ανήθικων τρόπων
- Αντιμετωπίζει προβλήματα στον επαγγελματικό ή προσωπικό τομέα που σχετίζονται με τον τζόγο
- Στηρίζεται αποκλειστικά σε άλλα άτομα ώστε να τον βοηθήσουν να βγει από το οικονομικό και ηθικό αδιέξοδο που έχει φτάσει μέσω του τζόγου
Στατιστικά Στοιχεία
Υπολογίζεται πως περίπου ένα 4%-7% του πληθυσμού των δυτικών κοινωνιών με πρόσβαση στον τζόγο θα παρουσιάσει τουλάχιστον μια φορά στη ζωή του συμπτώματα παθολογικού τζόγου για ένα διάστημα μεγαλύτερο των 6 μηνών. Οι άντρες είναι δύο φορές πιο πιθανό σε σχέση με τις γυναίκες να γίνουν παθολογικοί τζογαδόροι. Τα δύο φύλα παρουσιάζουν και διαφορετικές μέσες ηλικίες έναρξης αυτής της συμπεριφοράς, με τους άνδρες να ξεκινάνε στην εφηβεία και τις γυναίκες μετά την ηλικία των 20 ετών.
Αιτιολογία
Τα αίτια του παθολογικού τζόγου δεν είναι συγκεκριμένα. Ορισμένες έρευνες έχουν δείξει σημαντικές διαφορές στον τρόπο λειτουργίας του εγκεφάλου των τζογαδόρων σε σχέση με τον υπόλοιπο πληθυσμό, κυρίως όσον αφορά τον μηχανισμό ανταμοιβής που αναφέραμε πιο πάνω. Συγκεκριμένα, οι τζογαδόροι παρουσιάζουν αυξημένη λειτουργία στο έσω ραβδωτό σώμα (ventral striatum) αλλά και στον πρόσθιο διάμεσο εγκέφαλο (anterior insula), περιοχές που σχετίζονται με τις παρορμήσεις όταν πιστεύουμε ότι κάνουμε κάτι για το οποίο θα ανταμειφθούμε, όπως συμβαίνει και στην περίπτωση του τζόγου. Βεβαίως οι διαφορές αυτές δεν σημαίνουν απαραίτητα πως υπάρχει κάποιο βιολογικό υπόβαθρό, καθώς η λειτουργία του εγκεφάλου μπορεί να επηρεάστηκε από την τζογαδόρικη συμπεριφορά και όχι το αντίστροφο. Γενικά είναι δύσκολο να βρεθούν σχέσεις αίτιου-αιτιατού μεταξύ μιας παθολογικής πράξης και της λειτουργίας του εγκεφάλου. Γι’ αυτό οι έρευνες γύρω από το βιολογικό υπόβαθρο του τζόγου άρχισαν να εστιάζονται στην έρευνα των γονιδίων, του πρωταρχικού γενετικού υλικού από το οποίο προερχόμαστε. Μια πρόσφατη έρευνα[2] έδειξε ότι στις περιπτώσεις ομοζυγωτικών διδύμων που χωρίστηκαν αμέσως μετά τη γέννα, όταν ο ένας δίδυμος παρουσιάζει παθολογικό τζόγο, τότε υπάρχει μια πιθανότητα 8% και ο άλλος δίδυμος να παρουσιάζει παρόμοια συμπεριφορά, σε αντίθεση με την πιθανότητα 2% σε σχέση με ένα τυχαίο δείγμα πληθυσμού.
Οι ψυχολογικοί παράγοντες πάντως φαίνεται πως παίζουν τον σημαντικότερο ρόλο στην ανάπτυξη του συγκεκριμένου εθισμού. Ένα μεγάλο δείγμα των παθολογικών τζογαδόρων δηλώνει ότι αυτό που τους είναι πιο σημαντικό είναι το αίσθημα ευφορίας και ενθουσιασμού κατά την διάρκεια ενός τυχερού παιχνιδιού και όχι τόσο το χρηματικό έπαθλο. Άλλοι πάλι -κυρίως οι γυναίκες- αυτό που βλέπουν στον τζόγο είναι μια διέξοδος από την κατάθλιψη. Πέραν των συναισθηματικών διαταραχών που μπορεί να οδηγήσουν στον τζόγο, δεν είναι λίγες και οι περιπτώσεις τζογαδόρων που παρουσιάζουν γνωστικού τύπου προβλήματα, όπως π.χ. ένα ποσοστό που πιστεύει ότι μπορεί να ελέγχει τα “φαινομενικά τυχαία γεγονότα” κατά τη διάρκεια ενός στοιχήματος. Τέλος, ο παθολογικός τζόγος τήνει να παρουσιάζεται σε άτομα που έχουν διαγνωσθεί με ψυχικές διαταραχές όπως η ιστριονική, η ναρκισιστική και η μεταιχμιακή διαταραχή προσωπικότητας[3] .
Αντιμετώπιση
Η αντιμετώπιση του παθολογικού τζόγου δεν διαφέρει ιδιαίτερα από τον τρόπο απεξάρητης από άλλες συμπεριφορές ή ουσίες. Οι ψυχοθεραπευτές έχουν μια γκάμα από διαφορετικές προσεγγίσεις που περιλαμβάνουν από γνωστικο-συμπεριφορικές θεραπείες και τεχνικές έως ψυχοδυναμικές προσεγγίσεις. Ακόμη και η συστημική ψυχοθεραπεία, στην οποία συμμετέχουν και άλλα μέλη της οικογένειας του τζογαδόρου, έχει μεγάλα ποσοστά επιτυχία. Όλες αυτές οι προσεγγίσεις έχουν ως σκοπό αρχικά να βοηθήσουν το άτομο να αποδεχτεί το πρόβλημά του και στην συνέχεια να το δει στις πραγματικές του διαστάσεις. Σταδιακά το άτομο εκπαιδεύεται να ελέγχει όλο και πιο αποτελεσματικά τις ορμές που νιώθει προς τον τζόγο.
Προς το παρόν δεν υπάρχουν συγκεκριμένες ψυχοφαρμακευτικές προσεγγίσεις απέναντι στον τζόγο. Τα φάρμακα που χορηγούνται σε ορισμένους τοζγαδόρους έχουν ως σκοπό κυρίως τη μείωση των συμπτωμάτων άλλων συνυπάρχουσων διαταραχών και ψυχοπαθολογικών συμπεριφορών.
ΠΗΓΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου