Από τους κορυφαίους ποδοσφαιριστές όλων των εποχών. «Ο καλπάζων συνταγματάρχης», όπως ήταν το προσωνύμιό του, έγραψε χρυσές σελίδες με την εθνική ομάδα της Ουγγαρίας και τη Ρεάλ Μαδρίτης, ενώ ως προπονητής του Παναθηναϊκού χάρισε στο ελληνικό ποδόσφαιρο τη μεγαλύτερη επιτυχία του επί συλλογικού επιπέδου. Υπήρξε ένας από τους πιο χαρισματικούς σκόρερ του παγκοσμίου ποδοσφαίρου με το «φαρμακερό» αριστερό του σουτ. Σημείωσε 84 γκολ σε 83 συναντήσεις με την Εθνική Ουγγαρίας και 511 γκολ σε 533 συναντήσεις με τις φανέλες της Χόνβεντ Βουδαπέστης και της Ρεάλ Μαδρίτης.
Ο Φέρεντς Πούσκας Μπιρό γεννήθηκε στις 2 Απριλίου του 1927 στη Βουδαπέστη. Εντάχθηκε στις ποδοσφαιρικές ακαδημίες της Κίσπεστ Χόνβεντ, λίγο πριν από τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν προπονητής της ομάδας ήταν ο πατέρας του. Υπηρέτησε πιστά την ομάδα του έως το 1956, χρονιά που ξέσπασε η Ουγγρική Επανάσταση.
Το 1949, επί κομμουνιστικής διακυβέρνησης, το Υπουργείο Άμυνας ανέλαβε τις τύχες του συλλόγου και η Χόνβεντ έγινε η ομάδα του στρατού. Οι ποδοσφαιριστές της έγιναν αξιωματικοί και ο Πούσκας, λίγα χρόνια μετά, πήρε το βαθμό του συνταγματάρχη, απ' όπου προέκυψε και το γνωστό προσωνύμιό του. Παρέα με τους Ζόλταν Τσίμπορ και Σάντορ Κότσις, οδήγησε σε μεγάλους θριάμβους τη Χόνβεντ. Ο ίδιος αναδείχθηκε πρώτος σκόρερ το 1948 (50 γκολ), το 1949 (31), το 1950 (25) και το 1953 (27). Συνολικά, στο πρωτάθλημα Ουγγαρίας είχε 354 συμμετοχές και σημείωσε 357 γκολ.
Στις 20 Αυγούστου 1945, ο 18χρονος Φέρεντς Πούσκας πραγματοποίησε το ντεμπούτο του στην Εθνική Ομάδα, σκοράροντας στο 5-2 επί της Αυστρίας. Στη συντροφιά των Τσίμπορ, Κότσις, Πούσκας προστέθηκαν οι Σάντορ Μπόζικ και Νάντορ Χιντεγκούτι και όλοι μαζί συνετέλεσαν στη δημιουργία μιας από τις καλύτερες ομάδες που έχει εμφανιστεί στον πλανήτη.
Συνολικά, με τη φανέλα των «μερένγκες» ο Φέρεντς Πούσκας κατέκτησε πέντε πρωταθλήματα και έπαιξε σε 180 αγώνες της «πριμέρα ντιβιζιόν», σημειώνοντας 156 γκολ, ενώ στην Ευρώπη σκόραρε 35 φορές σε 39 ματς. Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στην Ισπανία πήρε την υπηκοότητα και με την εθνική ομάδα έλαβε μέρος στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1962. Έπαιξε σε τέσσερα ματς, χωρίς να πετύχει γκολ.
Ο Φέρεντς Πούσκας εγκατέλειψε την ενεργό δράση σε ηλικία 40 ετών, το 1967, και ακολούθησε προπονητική καριέρα. Το μεγαλύτερο επίτευγμά του ήταν η συμμετοχή με τον Παναθηναϊκό στον τελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών Ευρώπης το 1971, όπου η ελληνική ομάδα έχασε 2-0 από τον Άγιαξ στο Γουέμπλεϊ. Έμεινε στους «πράσινους» την πενταετία 1969-1974 (2 πρωταθλήματα ο απολογισμός του), ενώ λίγα χρόνια αργότερα βρέθηκε ξανά στην Αθήνα και εργάσθηκε για μία σεζόν (1978-79) στην ΑΕΚ. Ο «δικέφαλος» κατέκτησε το πρωτάθλημα και ο Πούσκας μοιράστηκε τον τίτλο μαζί με τον Ανδρέα Σταματιάδη, που τον διαδέχθηκε.
Ένας τρίτος δεσμός του Πούσκας με τη χώρα μας εντοπίζεται στην Αυστραλία, καθώς οδήγησε την Ελλάδα Μελβούρνης στην κατάκτηση του πρωταθλήματος το 1991, τότε που η ομάδα αυτή αποτελείτο σχεδόν εξ ολοκλήρου από έλληνες ομογενείς.
Τα τελευταία χρόνια της ζωής του ταλαιπωρήθηκε από τη νόσο του Αλτσχάιμερ. Πέθανε από πνευμονία σε νοσοκομείο της Βουδαπέστης, στις 17 Νοεμβρίου 2006.
ΠΗΓΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου